Η σκέψη έχει καταντήσει πολυτέλεια: Έρμαια των smartphones οι φτωχότεροι.


Η δημοσιογράφος Μέρι Χάρινγκτον αφηγείται σε άρθρο της στους New York Times πως, όταν ήταν παιδί τη δεκαετία του 1980, πριν ερθουν τα smartphones στις ζωές μας, οι γονείς της την έστειλαν σε σχολείο Waldorf στην Αγγλία. Εκεί, τα παιδιά συνήθως ενθαρρύνονταν να περιορίζουν την έκθεση στην τηλεόραση, δίνοντας έμφαση στην ανάγνωση, τη βιωματική μάθηση και το παιχνίδι σε εξωτερικούς χώρους. Παρότι τότε η ίδια ως παιδί αντιδρούσε σε αυτούς τους περιορισμούς, σήμερα αναγνωρίζει πως οι γονείς της είχαν δίκιο: δεν παρακολουθεί πλέον πολύ τηλεόραση και εξακολουθεί να διαβάζει αρκετά. 

Ωστόσο, από τη δεκαετία του 1980 μέχρι σήμερα, μια πιο ύπουλη και εθιστική μορφή τεχνολογίας κυριάρχησε: αυτή του διαδικτύου μέσω των smartphones. Η Μέρι παρατηρεί πως πλέον χρειάζεται να βάζει το κινητό της σε άλλο δωμάτιο, αν θέλει να συγκεντρωθεί για παραπάνω από λίγα λεπτά.


Το «Εφέ Φλιν» και η πτώση της νοητικής ικανότητας

Η Μέρι αναφέρει πως, από τότε που ανακαλύφθηκαν οι δοκιμασίες ευφυΐας πριν από περίπου έναν αιώνα, τα διεθνή αποτελέσματα αυξάνονταν σταθερά στο φαινόμενο που ονομάζεται «Εφέ Φλιν». Παρ’ όλα αυτά, πρόσφατες μελέτες δείχνουν πως η ικανότητά μας να εφαρμόζουμε αυτή την ευφυΐα – ιδίως μέσα από την ανάγνωση και το βάθος σκέψης – μειώνεται σταδιακά. Ορισμένες χώρες παρουσιάζουν πτώση στον αλφαβητισμό, ιδιαίτερα στις φτωχότερες κοινωνικές ομάδες και στα παιδιά.


Η «μετα-αναγνωστική» κουλτούρα και οι συνέπειες των smartphones

Η δημοσιογράφος επισημαίνει, αναφερόμενη και σε έρευνες, ότι η εξάπλωση της χρήσης smartphone οδηγεί σε μια νέα «μετα-αναγνωστική» κουλτούρα, όπου τα μέσα ενημέρωσης καταναλώνονται κυρίως μέσω εικόνων και σύντομων βίντεο, αποφεύγοντας το πυκνό κείμενο. Παρατηρεί επίσης πως η υπερβολική χρήση αυτών των συσκευών σχετίζεται με συμπτώματα ελλειμματικής προσοχής (ADHD) σε εφήβους, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό ενηλίκων υποψιάζεται πως πάσχει από αυτήν την κατάσταση.

Λόγω αυτών των αλλαγών, όπως αναφέρει η Μέρι, οι εκπαιδευτικοί αναθέτουν σπανιότερα ολόκληρα βιβλία και ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, όπως δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία στις ΗΠΑ, δεν διαβάζει ούτε ένα βιβλίο μέσα στον χρόνο. Η Μέρι τονίζει πως αυτή η αλλαγή δεν είναι απλά θέμα ατομικής ευθύνης, αλλά ότι η «μετα-αναγνωστική» κουλτούρα ενισχύει μια νέα μορφή κοινωνικής ανισότητας. Τα παιδιά από φτωχότερα κοινωνικά στρώματα περνούν περισσότερο χρόνο μπροστά στις οθόνες, με αρνητικές συνέπειες στην ανάπτυξη γνωστικών δεξιοτήτων.


Η σημασία της βαθιάς ανάγνωσης και η διαμόρφωση του εγκεφάλου

Η δημοσιογράφος εξηγεί πως η βαθιά ανάγνωση είναι μια δεξιότητα που δεν είναι έμφυτη αλλά μαθαίνεται και απαιτεί προσπάθεια. Αναφέρεται στο έργο της ειδικού Maryanne Wolf, που δείχνει πως η «ειδική ανάγνωση» μακρού κειμένου αναδομεί τον εγκέφαλο, βελτιώνει το λεξιλόγιο και την ικανότητα συγκέντρωσης, λογικής και βαθιάς σκέψης – δεξιότητες που, στην ιστορία, συνέβαλαν στην ανάδυση της επιστήμης, της ελευθερίας του λόγου και της δημοκρατίας.

Σε αντίθεση, η χρήση των ψηφιακών μέσων διαμορφώνει μοτίπα εγκεφαλικής λειτουργίας βασισμένα στην επιφανειακή κατανάλωση σύντομου και αποσπασματικού περιεχομένου, όπως επισημαίνει και ο Cal Newport στο βιβλίο του «Deep Work». Η κουλτούρα των social media κλιμακώνει τον εθισμό στην οθόνη και μειώνει την προσοχή που δίνουν στη βαθιά ανάγνωση.



Ψηφιακό «junk food» και κοινωνική πόλωση

Η Μέρι εξισώνει αυτή την κατάσταση με την επίδραση των πρόχειρων τροφών σε κοινωνίες, αναδεικνύοντας πως το ψηφιακό «junk food» ωθεί στη δημιουργία ενός χάσματος μεταξύ των πλουσιότερων που μπορούν να προστατέψουν τον εαυτό τους και των φτωχότερων που εκτίθενται περισσότερο.

Τελικά, επισημαίνει πως όσο οι νέες γενιές εξελίσσονται σε έναν κόσμο απαλλαγμένο από την ανάγκη για συγκέντρωση και βαθιά σκέψη (σ.σ. και με το Brain rot των Smartphones ή του Chat GPT όπως έδειξαν πρόσφατες μελέτες), είναι πιο πιθανό να αναμένεται μια κοινωνική πόλωση. Αυτή θα χωρίζει μια μικρή ελίτ που καλλιεργεί τον «βαθύ» γραμματισμό και μια μεγάλη «μετα-αναγνωστική» μάζα με μειωμένη νοητική διαύγεια.


                                      

Η δημοσιογράφος προβλέπει ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη ικανότητα των πολιτών να συμμετέχουν ορθολογικά σε δημόσιους διαλόγους, να παρατηρείται όλο και εντονότερα αυξημένη πολιτική απομάκρυνση αλλά και ευπάθεια σε δημαγωγούς και θεωρίες συνωμοσίας.

Καταλήγει τέλος πως η ικανότητα ελέγχου και αντίστασης σε αυτή τη νέα πραγματικότητα συνήθως ανήκει σε ελίτ κοινωνικές ομάδες, ενώ μεγάλο τμήμα της κοινωνίας μένει ευάλωτο σε χειραγώγηση και διαφθορά, ενισχύοντας περαιτέρω τις κοινωνικές ανισότητες.

Comments